ἑορταστικοί

ἑορταστικοί
ἑορταστικός
fit for a festival
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • νεανίσκευμα — νεανίσκευμα, τὸ (Α) [νεανισκεύομαι] συν. στον πληθ. τὰ νεανισκεύματα εορταστικοί αγώνες στη Ρώμη σε ανάμνηση τής ενηλικίωσης τού Νέρωνος …   Dictionary of Greek

  • Αναστάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Α. ο μάρτυς. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Οκτωβρίου. 2. Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Φεβρουαρίου. 3. Α. ο ιερομάρτυς. Διετέλεσεεπίσκοπος Αντιοχείας και ασκήτεψε στο Σινά. Πέθανε …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”